ῥῆξε

ῥῆξε
ῥήγνυμι
break asunder
aor ind act 3rd sg (epic ionic)
ῥήσσω
strike
aor ind act 3rd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ῥῆξ' — ῥῆξαι , ῥήγνυμι break asunder aor imperat mid 2nd sg ῥῆξαι , ῥήγνυμι break asunder aor inf act ῥῆξα , ῥήγνυμι break asunder aor ind act 1st sg (epic ionic) ῥῆξε , ῥήγνυμι break asunder aor ind act 3rd sg (epic ionic) ῥῆξαι , ῥήσσω strike aor… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ίππειος — α, ο (Α ἵππειος, εία, ον, στους τραγ. και ἵππιος για μετρ. λόγους) [ίππος] αυτός που ανήκει σε ίππους ή σε ίππο ή προέρχεται από ίππο, ιππικός (α. «ίππειος ορός» ορός που λαμβάνεται από το αίμα τού ίππου β. «ίππειον κρέας» κρέας αλόγου γ. « ρῆξε… …   Dictionary of Greek

  • ρηγνύω — ῥηγνύω ΝΜΑ, και ῥήγνυμι ΜΑ 1. χαλώ τη συνοχή ενός σώματος, σχίζω, σπάζω, κομματιάζω, τέμνω (α. «ῥήξειν τὰ δεσμά», Λουκιαν. β. «πέπλους ῥήγνυσιν», Αισχύλ. γ. «γῆς ἀρότρους ῥήξας δάπεδον», Αριστοφ.) νεοελλ. φρ. «ρηγνύω κραυγή» βγάζω δυνατή φωνή,… …   Dictionary of Greek

  • ἐπάρηξε — ἐπά̱ρηξε , ἐπαρήγω come to aid aor ind act 3rd sg (doric aeolic) ἐπαρήγω come to aid aor ind act 3rd sg (homeric ionic) παράγω lead by aor ind act 3rd sg (attic epic ionic) παράγω lead by aor ind act 3rd sg (attic epic ionic) παρήκω to have come… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”